Η λέξη MUKHABARAT στα αραβικά υποδηλώνει τη μυστική αστυνομία. Τον πυλώνα, δηλαδή, των αυταρχικών καθεστώτων του Μαγκρέμπ και της Μέσης Ανατολής. Έδρα της είναι το υπουργείο Εσωτερικών. Το πιο μισητό δημόσιο κτίριο σε όλες τις αραβικές χώρες. Γι’ αυτό και στην εξέγερση, τώρα, στην Τυνησία εκεί έγιναν οι πιο σοβαρές συγκρούσεις .
Στο άκουσμα της λέξης «μουχαμπαράτ» ο κόσμος πανικοβάλλεται κι αηδιάζει μαζί. Πόσοι και πόσοι, στα ταξίδια μου σ’ αυτές τις χώρες, δεν μου έχουν ψιθυρίσει, περίπου με την ίδια απόγνωση, την αθλιότητα αυτών των διεφθαρμένων καθεστώτων που με κάθε λογής δικαιολογία και την ανοχή -αν όχι συμπαράσταση- αμερικανών και ευρωπαίων εξουσιάζουν κι ελέγχουν με στρατιές μυστικών αστυνομικών και χαφιέδων.
Δεν είναι εύκολο για ένα δυτικό δημοσιογράφο να δουλέψει σ’ αυτές τις χώρες. Από την πρώτη στιγμή οι Αρχές σε αντιμετωπίζουν εχθρικά και στο δείχνουν. Πιο επικίνδυνους θεωρούν εμάς της τηλεόρασης. Εννοείται πως όλοι μας έχουμε φάκελο στα αρχεία της «μουχαμπαράτ», για τον καθένα μας υπάρχει δίκτυο παρακολούθησης, ενώ ο συνοδός -μεταφραστής που μας επιβάλλουν είναι ένας απ’ αυτούς. Σου επιβάλλουν να τον πληρώνεις κιόλας. 150 δολάρια μίνιμουμ μας στοίχιζαν κάποιοι από δαύτους την ημέρα στο Ιράκ.
Ποιον να πρωτοθυμηθώ; Εκείνον που τρύπωσε στο δωμάτιό μας με τον οπερατέρ Μανόλη Δημελά κι έσπασε το λουκετάκι της βαλίτσας που είχε τα εργαλεία του ο Μανόλης; Για να την έχουν κλειδωμένη -σου λέει- λεφτά θάχουν μέσα. ‘Η εκείνον που έκλεψε τη φωτογραφική μας μηχανή; ‘Η τον άλλο που άλλα καταλαβαίναμε πως έλεγαν οι άνθρωποι κι άλλα μας μετέφραζε; Τηρούσε, δε, αυτός ο τελευταίος, με τέτοια ευλάβεια τους νόμους της συνωμοτικότητας που δεν έπαιρνε ποτέ τηλέφωνο. Του ζητούσαμε να μας κλείσει ραντεβού για συνεντεύξεις κι εκείνος επέμενε να πηγαίνουμε επιτόπου όλοι μαζί και να τα κανονίζουμε με τον συνεντευξιαζόμενο κι ας τρώγαμε όλη μας τη μέρα στο αυτοκίνητο και τις αίθουσες αναμονής. Στα χαρτιά του κρατούσε σημειώσεις για τα πάντα. Από ποιους δρόμους περάσαμε, που σταματήσαμε για φαγητό, με πόσα από τα γκαρσόνια μιλήσαμε, τι ώρα ακριβώς επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο στο οποίο, πάντα, όταν μας άφηνε, μας έλεγε ότι δεν επιτρεπόταν να ξεμυτίσουμε χωρίς εκείνον. ‘Έβρισκε, δε, λίγα τα 150 κι είχε μονίμως κατεβασμένα μούτρα.
Και μετά, όταν άρχισαν οι βομβαρδισμοί, κρεμιόντουσαν όλα μαζί αυτά τα καλόπαιδα σαν τους νίντζα από την οροφή του ξενοδοχείου «Palestine» που μας είχαν μαντρωμένους τους δημοσιογράφους και φώτιζαν με φακούς τα δωμάτιά μας για να δουν αν χρησιμοποιούσαμε -παραβαίνοντας τις εντολές- δορυφορικό τηλέφωνο.
Κι αν μας έπιαναν, πήγαινε και το τηλέφωνο … για να ξαναγυρίσει με το ανάλογο μπαξίσι, εννοείται …
Αθλιότητες και γελοιότητες, όσο γελοία και πρωτόγονη είναι στις περισσότερες απ’ αυτές τις χώρες η προπαγάνδα υπέρ του ηγέτη που τον συναντάμε παντού σε τεράστια πορτρέτα αλά «πατερούλη», εσαεί νέο με κατάμαυρο μαλλί κι ας είναι ο μισός στο τάφο, τον διαβάζουμε πρωτοσέλιδο σ’ όλες τις εφημερίδες, τον βλέπουμε να μονοπωλεί τα τηλεοπτικά δελτία.
Κι αν όλο αυτό είναι μια φορά άθλιο και γελοίο για μας τους ξένους, σκεφτείτε πόσο οδυνηρό είναι για πάμπολλους υπέροχους πολίτες αυτών των χωρών. Καλλιεργημένοι άνθρωποι, επιστήμονες, καλλιτέχνες, που, ειλικρινά, όσα χρόνια κάνω αυτή τη δουλειά απορώ πως δεν χάνουν τα λογικά τους μέσα σ’ αυτόν τον παραλογισμό.
Χάρηκα όταν βομβαρδίστηκαν τα υπουργεία Πληροφοριών και Εσωτερικών στη Βαγδάτη. Και ναι -περίπου το ίδιο ένοιωσα όταν έβλεπα το πλήθος στην Τύνιδα να θέλει να καταστρέψει το υπουργείο Εσωτερικών. Μακάρι να καταφέρουν οι άνθρωποι, εκεί, να χτίσουν με καινούργια υλικά την επόμενη μέρα.