Από τον περασμένο Μάη η Κωνσταντινούπολη συγκλονίζεται από λογής-λογής βίαια επεισόδια. Τα τελευταία, στις αρχές του μήνα, προκάλεσε ο νόμος για τον έλεγχο του διαδικτύου. Τα πρώτα, στα τέλη της άνοιξης, είχαν προκαλέσει τα σχέδια της κυβέρνησης να χτίσει ένα εμπορικό κέντρο σ’ ένα μικρό πάρκο πίσω από την εμβληματική πλατεία Ταξίμ. Στα ενδιάμεσα, οι εφημερίδες, τούρκικες και ξένες, βαρέθηκαν να γράφουν για σκάνδαλα διαφθοράς στο κυβερνών κόμμα αλλά και για τις μεταθέσεις-τιμωρία των ανακριτών και των εισαγγελέων που έκαναν τις έρευνες.
Η Τουρκία βράζει, κοντολογίς. Κι αυτό που κυρίως φταίει είναι η κλιμακούμενη αυταρχικότητα του Ερντογάν. Σημάδι ότι θα κάνει πίσω -δεν υπάρχει. Ούτε πως θα πάψουν να μονοπωλούν την ειδησεογραφία αστάθεια, πολιτικές εντάσεις, αντιδράσεις, οδομαχίες, ξύλο, συλλήψεις και δακρυγόνα στο Ταξίμ και την Ιστικλάλ…
Μόνο που σήμερα δεν θα σου πω γι αυτές τις αγριάδες. Αν θες, δες εδώ τι είχα γράψει παλιότερα γι αυτές. Σήμερα θα σου μιλήσω για ένα παράδοξο που το ‘χω συναντήσει σ’ όλες τις πόλεις που βράζουν. Ακόμη και σ’ εκείνες που κοχλάζουν∙ που βρίσκονται υπό πολιορκία, που ζουν έναν πόλεμο. Πίσω απ’ την άγρια πλευρά τους, λοιπόν, πίσω απ’ το κομμάτι τους που ωρύεται και βρυχάται υπάρχει πάντα ένα άλλο, το ίδιο μικρό ή μεγάλο, ου μην αλλά βουβό κι ατάραχο.
Ανατολή – Δύση, οι εναλλαγές συνεχείς και τρανταχτές. Γυναίκες με μαντήλες δίπλα σε έφηβες που βγάζουν selfies. Άντρες στο τζαμί, βιβλίο προσευχών στα πόδια και παιχνίδι στο iphone. Καταστήματα που δέχονται ευρώ αλλά δεν γνωρίζουν ούτε λέξη στ’ Αγγλικά.
Νομίζω ότι η Αγία Σοφία είναι μία σύνοψη της εικόνας της Πόλης, γεμάτη αντιθέσεις, αρχιτεκτονικά, θρησκευτικά, χρονικά. Απ’ την άλλη, οι γωνιές του Ελληνισμού υπάρχουν, είναι όμως σαν ξεθωριασμένες αναμνήσεις, πίσω από συρματοπλέγματα, κάμερες παρακολούθησης και γεμάτα από εγκατάλειψη sokak.
Έβγαλα γύρω στις 300 φωτογραφίες. Χωρίζονται στη μέση. Ανατολή – Δύση, ησυχία – βαβούρα, ρομαντισμός – πραγματικότητα. ΄Ο,τι ακριβώς είναι η Πόλη. Mια αντίθεση. Μια πόλη φιλική αλλά κι εχθρική την ίδια στιγμή, μια πόλη θορυβώδης αλλά και ήσυχη παράλληλα, απλή μα και υπερβολική. Και κάπως έτσι προέκυψε αυτός ο διάλογος…”