• Search

πρώην Γιουγκοσλαβία: το τελευταίο κεφάλαιο

Από το δεύτερο μισό του Ιούλη μέχρι και τέλος Αυγούστου 2013, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία (ICTY) θα υπενθυμίζει με μια έκθεση στο Ιστορικό Μουσείο του Σαράγεβο τι έχει κάνει τα 20 χρόνια της λειτουργίας του. Το δελτίο τύπου παραπέμπει για περισσότερες πληροφορίες στη Νέρμα Γελάσιτς. Είναι η Εκπρόσωπος Τύπου του ICTY. Είναι, επίσης, προσωποποίηση της σύγχρονης ιστορίας της Βοσνίας. Γι αυτό, ακριβώς, για όσους ξέρουν το σκληρό παρελθόν της, το αδιόρατο χαμόγελο της, στις 17 Οκτώβρη 2012 σήμαινε τόσα όσα και η ανακοίνωση που διάβασε στους δημοσιογράφους για την τελική δίκη που είχε μόλις ξεκινήσει: αυτή του πρώην ηγέτη των σέρβων της Κροατίας, Γκόραν Χάτζιτς, του τελευταίου που συνελήφθη από τους συνολικά 161 που είχε απαγγείλει κατηγορίες το δικαστήριο.

Η Νέρμα, μουσουλμάνα από το Βίσεγκραντ της Βοσνίας, έγινε πρόσφυγας στα 15 της, στην αρχή του εμφυλίου το 1992. Σέρβοι οικογενειακοί φίλοι, σε πείσμα των σέρβων παραστρατιωτικών που σκότωναν και τρομοκρατούσαν το μη σερβικό πληθυσμό, βοήθησαν την ίδια και τους γονείς της να εγκαταλείψουν την πόλη και τους εξασφάλισαν δίοδο στη Σερβία. Μετά από σύντομη παραμονή, οι Γελάσιτς κατέληξαν στην Αγγλία. Εκεί η Νέρμα τέλειωσε το σχολείο, εκεί και το Πανεπιστήμιο με διάκριση στη δημοσιογραφία κι άρχισε να αρθρογραφεί σε μεγάλες εφημερίδες όπως ο Guardian, ο Observer, οι Financial Times. Το 2003 γύρισε στη Βοσνία, γιατί, όπως η ίδια θα πει, «οι ρίζες μου ήταν πιο δυνατές από εμένα την ίδια». Άρχισε να συγκεντρώνει μαρτυρίες για τα εγκλήματα πολέμου με έμφαση σ’ εκείνα που συντελέστηκαν στη γενέτειρά της, το Βίσεγκραντ. Όλοι οι καταγγέλλοντες της υποδείκνυαν ένα πρόσωπο: έναν διεστραμμένο σέρβο παραστρατιωτικό, τον Μίλαν Λούκιτς, για τον οποίο της έλεγαν ότι δεν σχεδίαζε απλώς τις θηριωδίες, τις εκτελούσε κιόλας. Μία από τις κτηνωδίες του ήταν ότι είχε κάψει ζωντανούς 119 Βόσνιους μουσουλμάνους, ανάμεσά τους γυναίκες και μωρά. Έβαλε σκοπό της ζωής της να τον βρει:

“Ένοιωθα ότι μόνο αν μιλούσα στον Λούκιτς θα μπορούσα να διαλευκάνω το μύθο γι αυτόν, πως σχεδιάστηκε η δολοφονία 3000 συμπολιτών μου, πώς εκκαθαρίστηκαν εθνικά οι υπόλοιποι. Δεν μπορεί να το έκανε ένας άνθρωπος μόνο.”

Ο Λούκιτς συνελήφθη το 2005 στην Αργεντινή. Η Νέρμα έγραφε τότε ότι «η σύλληψή του δε φτάνει για να αποδοθεί δικαιοσύνη στο Βίσεγκραντ. Ούτε για να τελειώσει το υποχρεωτικό ταξίδι που μ’ έχει στείλει εδώ και 13 χρόνια. Το ταξίδι για τα χιλιάδες θύματα του Βίσεγκραντ θα τελειώσει μόνο όταν οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης οι δολοφόνοι που μένουν στη σκιά». Το 2009 το δικαστήριο της Χάγης -εκπρόσωπος τύπου του οποίου είχε ήδη αναλάβει η Νέρμα- θα καταδικάσει τον Λούκιτς σε ισόβια για τα εγκλήματά του, ενώ τρία χρόνια αργότερα, φθινόπωρο του 2012, το προσφυγόπουλο από το Βίσεγκραντ θ’ ανακοινώσει μ’ εκείνο το αινιγματικό, σχεδόν αδιόρατο, χαμόγελό του την έναρξη της τελικής δίκης. Δες την ιστορία της Νέρμα στο ντοκιμαντέρ του Αλ Τζαζίρα με τ’ όνομά της (Nerma’s story). Είναι σε δύο μέρη.

   

 Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία, που θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει την αποστολή του μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2014, έχει, πράγματι, να επιδείξει έργο. «Ποτέ δεν πρέπει να λησμονήσουμε πώς ήταν η κατάσταση πριν από τη δημιουργία του», λέει ο Μένο Καμίνγκα, καθηγητής διεθνούς δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ.

“Ουδέποτε στο παρελθόν οι χείριστοι δικτάτορες δικάζονταν. Ο Ίντι Αμίν δεν κάθησε στο εδώλιο. Σήμερα υπάρχει ως προοπτική ότι εντέλει θα δικαστούν”.

Στην άλλη πλευρά του νομίσματος, όμως, ο τελευταίος αμερικανός πρεσβευτής στη Γιουγκοσλαβία, Ουίλιαμ Μοντγκόμερι, διακρίνει ότι το δικαστήριο απέτυχε να συμφιλιώσει, δεν κατάφερε να πείσει τους λαούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας ότι θα αποδώσει δικαιοσύνη, ενώ αρκετές φορές υπήρξε πηγή τροφοδοσίας εθνικισμού. Όπως λέει ο Μοντγκόμερι, η τυπολατρική εμμονή στο νομικό πλαίσιο καθυστέρησε δραματικά τη διαδικασία απαγγελίας κατηγοριών -ακόμη και 10 χρόνια μετά το τέλος των πολέμων, σε ορισμένες περιπτώσεις- κι οδήγησε σε μακρόχρονες δίκες που εξάντλησαν την υπομονή των θυμάτων. Κι όπου δεν την εξάντλησαν αναμόχλευσαν εθνικιστικά πάθη και μίση εξαιτίας της δεύτερης μεγάλης εμμονής του δικαστηρίου να επικεντρώνεται σε υψηλού προφίλ κατηγορουμένους – σύμβολα, συνήθως, του νοσηρού  πατριωτισμού που έπνιξε στο αίμα τη Γιουγκοσλαβία. Και δεν είναι μόνο ότι επικεντρωνόμενο το δικαστήριο στα «πρώτα ονόματα» ενδεχομένως άφησε, άθελά του, ατιμώρητα τα εγκλήματα δευτεροκλασάτων, αλλά, όπως καταλήγει ο συνταξιούχος πλέον διπλωμάτης:

“Όλες οι κυβερνήσεις επέλεξαν τον εύκολο δρόμο να κατηγορούν τη Δύση ότι τις «ανάγκασε» να εκδώσουν τους κατηγορουμένους στη Χάγη. Αυτό ήταν εξαιρετικά αντιπαραγωγικό. Γιατί φαινόταν σαν να «ξεπουλούσαν» τους κατηγορουμένους για την ξένη βοήθεια ενώ ταυτοχρόνως εμφάνιζαν εικόνα αδύναμων κυβερνήσεων που τους έλειπε το ανάστημα για ν’ αντισταθούν στην πίεση απέξω”.

Ο άνθρωπος που με την αμφιλεγόμενη αλλά έντονη προσωπικότητά του σφράγισε το Διεθνές Δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία ήταν η Κάρλα ντελ Πόντε. Γενική Εισαγγελέας από το 1999 μέχρι το 2007. Με τη φήμη της τιμωρού των μαφιόζων να τη συνοδεύει από τότε που με τον εισαγγελέα Φαλκόνε (τον δολοφόνησε η Μαφία το ‘92) κυνηγούσαν τη Κόζα Νόστρα, η Κάρλα ήρθε στη Χάγη με διάθεση να σαρώσει. Κι η αλήθεια είναι ότι προκάλεσε μεγάλο σαματά. Δεν κατάφερε, όμως, λένε οι επικριτές της, να κάνει πιο επιτυχημένο το δικαστήριο, διότι ακολούθησε λάθος στρατηγική και στο χειρισμό των υποθέσεων αλλά και στο πως συνδιαλεγόταν με τις κυβερνήσεις των χωρών που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας για να της παραδώσουν τους καταζητούμενους για εγκλήματα πολέμου. «Η δίκη του Μιλόσβετς που φέρει την υπογραφή της είναι υπόδειγμα κακής διαχείρισης και κακής κρίσης. Η απόφαση να συνενωθούν  οι τρεις κατηγορίες εναντίον του για Κόσσοβο, Βοσνία και Κροατία σε μία γιγαντιαία υπόθεση οδήγησε σε μια δίκη τεσσάρων ετών που ακόμη θα συνεχιζόταν αν ο κατηγορούμενος δεν είχε πεθάνει» έγραφε το 2008 ο Ουίλιαμ Μοντγκόμερι.
Από την άλλη, βεβαίως, το γεγονός ότι το 2000 οι καταζητούμενοι ήταν 25, ενώ το 2011 (όπως δείχνουν οι επίσημες ανακοινώσεις που βλέπεις) δεν υπήρχε πλέον φυγόδικος, κάτι λέει. Κάτι έκαναν σωστά. Και η Κάρλα που τώρα ερευνά τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Συρία και το δικαστήριο και η διεθνής δικαιοσύνη…

 

Written by
Μαρία Καρχιλάκη

Γεννήθηκε στην Αθήνα, μεγάλωσε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο, εκεί έκανε και το μεταπτυχιακό της στην Κοινωνική Ψυχολογία των Συγκρούσεων. Η πολυετής τηλεοπτική της παρουσία της έχει συνδεθεί με τις, επί δύο δεκαετίες, πολεμικές της ανταποκρίσεις από τη συχνότητα του MEGA. Έχει, επίσης, συνεργαστεί με το CNN Greece και παλαιότερα με την ΕΡΑ4. Η επιχείρηση τής οικογένειάς της, η Triantafyllidis Beach Arena, απορροφά τον περισσότερο απ' τον χρόνο της, προσπαθεί, όμως, να ξεκλέβει λίγο για να παρουσιάζει στα Dispatches ιστορίες που βρίσκει ενδιαφέρουσες.

View all articles
Written by Μαρία Καρχιλάκη

Μαρία Καρχιλάκη

Γεννήθηκε στην Αθήνα, μεγάλωσε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο, εκεί έκανε και το μεταπτυχιακό της στην Κοινωνική Ψυχολογία των Συγκρούσεων. Η πολυετής τηλεοπτική της παρουσία της έχει συνδεθεί με τις, επί δύο δεκαετίες, πολεμικές της ανταποκρίσεις από τη συχνότητα του MEGA. Έχει, επίσης, συνεργαστεί με το CNN Greece και παλαιότερα με την ΕΡΑ4. Η επιχείρηση τής οικογένειάς της, η Triantafyllidis Beach Arena, απορροφά τον περισσότερο απ' τον χρόνο της, προσπαθεί, όμως, να ξεκλέβει λίγο για να παρουσιάζει στα Dispatches ιστορίες που βρίσκει ενδιαφέρουσες.